πλαγγών

πλαγγών
η / πλαγγών, -όνος, ὁ, ἡ, ΝΑ, και πλαγγόνα, η, Ν
μικρό κέρινο ομοίωμα ανθρώπου, κέρινη κούκλα με αρκετά πεπλατυσμένο σώμα και κινητά χέρια και πόδια
αρχ.
(κατά τον Ησύχ.) α) «σφαῑρα, καλαθίς»
β) «πλαγγόνες
κεκρύφαλα».
[ΕΤΥΜΟΛ. Άγνωστης ετυμολ. Η μορφή τής λ. θα μπορούσε να οδηγήσει στη σύνδεσή της με το θ. πλαγγ- τού ρ. πλάζω* (πρβλ. πλάγγ-ος), η σημασία της όμως γεννά προβλήματα. Παρλλ., το μαρτυρούμενο ανθρωπωνύμιο Πλαγγών (πρβλ. πλαγγόνων) μάλλον ταυτίζεται με το προσηγορικό].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • πλάγγων — πλάγγος eagle masc gen pl πλάζω turn aside pres part act masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πλαγγόνιον — τὸ, Α [Πλαγγών] είδος μύρου το οποίο ονομάστηκε έτσι από το όνομα τού εφευρέτη του που ήταν ο αρωματοποιός Πλάγγων ή Πλαγγών, ή, κατ άλλους, μια εταίρα, η Πλαγγών …   Dictionary of Greek

  • List of ancient Macedonians — This is a list of the ancient Macedonians of Greece (Greek: Μακεδόνες, Makedónes). For other uses, including a list of people from modern day Republic of Macedonia see List of Macedonians Contents 1 Mythology 2 Kings 2.1 Argead Dynasty …   Wikipedia

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”